ἰδιοφυές

ἰδιοφυές
ἰδιοφυής
of peculiar nature
masc/fem voc sg
ἰδιοφυής
of peculiar nature
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Αχαρνείς — Κωμωδία του Αριστοφάνη, που θεωρείται το πιο παλιό από τα έργα του μεγάλου κωμικού ποιητή που σώζονται. Ανεβάστηκε στα Λήναια το 425 π.Χ. και πήρε το α’ βραβείο. Το έργο διαδραματίζεται μέσα στις άθλιες συνθήκες ξεριζωμού, πείνας και επιδημιών… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”